Να μοιράσουμε

Πείνα, φτώχεια και το μονοπάτι προς την ειρήνη

του Peter Liefhebber
Η πείνα που έπληξε την Αφρική το 1984 και 1985 στοίχισε πάνω από ένα εκατομμύριο ζωές.

Αυτός ο αποδεκατισμός ανθρώπινων ζωών είναι ακόμα πιο τρομερός γιατί αυτά τα θύματα χάθηκαν άδικα. Η συμφορά δεν ήταν απροσδόκητη. Πάνω από ένα χρόνο νωρίτερα οι οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών και ιδιωτικές οργανώσεις αρωγής είχαν σημάνει συναγερμό. Στα μέσα του 1983, η Οργάνωση για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία (FAO) των Ηνωμένων Εθνών έκανε έκκληση στη διεθνή κοινότητα να σπεύσει σε άμεση βοήθεια αυτών των απειλούμενων λαών.

Σχεδόν κανένας δεν ανταποκρίθηκε. Τα μέσα ενημέρωσης δεν έδωσαν προσοχή στο θέμα κι έτσι το απληροφόρητο κοινό έμεινε παθητικό· οι κυβερνήσεις, που ενεργούν μόνο αν πρόκειται να κερδίσουν ψήφους, κοίταξαν από την άλλη μεριά. Μόνο όταν η συμφορά είχε ήδη χτυπήσει και οι εικόνες των σκελετωμένων, ετοιμοθάνατων παιδιών άρχισαν να διεισδύουν στα καθιστικά μας, τότε μόνο στήθηκε μια πλατιάς κλίμακας επιχείρηση διάσωσης. Η επιχείρηση ήταν αξιέπαινη – αλλά ήρθε πολύ αργά.

Επίσης, ήταν πολύ λίγη: οι κυβερνήσεις των εκβιομηχανισμένων εθνών, απεκδυόμενες τις ευθύνες τους σε σύγκριση με την αυθόρμητη ανταπόκριση του κοινού, αθέτησαν γι' άλλη μια φορά τις υποσχέσεις τους για αρωγή ευρείας κλίμακας. Ως αποτέλεσμα, εκατομμύρια άνθρωποι είναι ακόμα υπό την απειλή αγωνιώδους θανάτου.

Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), με τα 12 δυτικοευρωπαϊκά και νοτιοευρωπαϊκά μέλη της, δεν ξέρει τι να κάνει με τα τεράστια πλεονάσματά της σε τρόφιμα. Η αποθήκευσή τους και μόνο στοιχίζει πολλά δισεκατομμύρια δολάρια. Οι σιταποθήκες ξεχειλίζουν από βουνά απούλητων δημητριακών και είναι εξίσου αδύνατο να διατεθούν τα συσσωρευμένα αποθέματα από κρέας, βούτυρο και γάλα σε σκόνη. Στις αποθήκες της ΕΟΚ, στις αρχές Ιανουαρίου 1986, κείτονταν αγροτικά προϊόντα αξίας οχτώ δισεκατομμυρίων δολαρίων, περιμένοντας αγοραστές που δεν έρχονταν – και τα παχουλά και ευγνώμονα ποντίκια.

Οι αρμόδιοι πολιτικοί προσπαθούν, με διαφανέστατα επιχειρήματα, να εξηγήσουν γιατί δεν αποδεσμεύουν για τους πεινασμένους έστω και ένα μικρό μέρος απ' αυτά τα γιγάντια βουνά τροφίμων – που θα μπορούσαν να σώσουν εκατομμύρια ζωές συνανθρώπων μας. Καμιά δικαιολογία δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι ζούμε σ' έναν κόσμο αφθονίας κι όμως άνθρωποι πεθαίνουν από πείνα.

Το ακόμα τραγικότερο είναι ότι η κατάσταση στην Αφρική δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από την επιφάνεια μιας θάλασσας πείνας, διαδραματίζεται ένα ακόμα πιο τρομερό ολοκαύτωμα. Ο διαρκής υποσιτισμός, πιο διάχυτος και γι' αυτό απρόσφορος για δραματικά ρεπορτάζ, σκορπάει τον όλεθρο σ' ολόκληρο τον κόσμο. Αυτός ο έρπων εξολοθρευτής έχει τόσα πολλά θύματα ώστε οι στατιστικές αρχίζουν σχεδόν να χάνουν το νόημά τους.

Για να δώσουμε περισσότερο νόημα στους αριθμούς: κάθε δυο δευτερόλεπτα, κάπου στον κόσμο, ένα παιδί πεθαίνει από πείνα – 40.000 παιδιά κάθε ημέρα. Αυτό δεν περιλαμβάνει τους ενήλικες. Αν κάθε δεύτερη μέρα έπεφτε μια ατομική βόμβα του τύπου που κατέστρεψε τη Χιροσίμα δεν θα προξενούσε περισσότερους θανάτους απ' όσους προξενεί η πείνα σήμερα.

Αρκετά ανεχτήκαμε μέχρι τώρα την προσπάθεια να δικαιολογηθεί αυτή η σφαγή, με υπαινιγμούς πως τάχα υπάρχει έλλειψη τροφίμων. Αυτά τα επιχειρήματα έχουν πια ξεφτίσει. Ο FAO (ο Οργανισμός για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία των Ηνωμένων Εθνών) πρόσθεσε πρόσφατα τη φωνή του στο χορό εκείνων που χρόνια τώρα προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο για την απλή αλήθεια ότι υπάρχει αρκετή τροφή για όλους: "Αν διαιρούσαμε σε ίσα μέρη το σύνολο των παγκόσμιων προμηθειών τροφίμων, θα υπήρχε άφθονη τροφή για κάθε άνθρωπο και μερική θα περίσσευε· στην πραγματικότητα, ο κόσμος παράγει σήμερα 10 τοις εκατό περισσότερη τροφή απ' όση χρειάζεται για να τραφούν όλοι οι άνθρωποι".

Η αληθινή αιτία για την πληγή της λιμοκτονίας βρίσκεται αλλού, όπως αρχίζουν τώρα ν' αναγνωρίζουν όλο και περισσότεροι ειδικοί. Ο Shlomo Reutinger, ένας κορυφαίος αμερικανός οικονομολόγος που εργάζεται στην Παγκόσμια Τράπεζα, έφτασε στο ακόλουθο συμπέρασμα σε μια πρόσφατη έκθεση: "Ο κόσμος έχει άφθονη τροφή. Η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων έχει αναπτυχθεί με ρυθμό ακόμη ταχύτερο από τη χωρίς προηγούμενο αύξηση του πληθυσμού των τελευταίων 40 χρόνων. Κι όμως, πολλές φτωχές χώρες – κι εκατοντάδες εκατομμύρια φτωχοί άνθρωποι – δεν έχουν μερίδιο απ' αυτή την αφθονία. Πάσχουν από έλλειψη "τροφικής ασφάλειας", που οφείλεται κυρίως στην έλλειψη αγοραστικής δύναμης". Ο FAO το προσυπογράφει αυτό: "Η τροφή τείνει να πηγαίνει στις χώρες που αποκομίζουν κέρδη από το εμπόριο και, στη συνέχεια, στους ανθρώπους που έχουν τα περισσότερα χρήματα".

Να λοιπόν, ποια είναι, η ρίζα του προβλήματος: ο εχθρός δεν είναι η πείνα αλλά η φτώχεια. Η πείνα δεν είναι παρά ένα από τα πολλά πρόσωπα της φτώχειας. Ο αναλφαβητισμός είναι ένα άλλο, και άλλα ακόμα είναι η παιδική εργασία και η ανεπαρκής περίθαλψη υγείας. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας εξηγεί με το ακόλουθο παράδειγμα τι σημαίνει αυτό για τον Τρίτο Κόσμο: "Κάθε έξι ώρες, μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει, συντρίβεται ένα τζάμπο τζετ. Οι 250 επιβάτες του είναι όλοι γυναίκες που είναι όλες έγκυοι ή έχουν μόλις γεννήσει ένα μωρό. Αυτές είναι οι παγκόσμιες στατιστικές για τη μητρική θνησιμότητα. Σε κάθε γυναίκα που πεθαίνει αντιστοιχεί ένας ακόμα μεγαλύτερος αριθμός γυναικών που υφίστανται βλάβες της υγείας τους και μερικές που θα υποφέρουν από πόνους και κακή υγεία σ' όλη τους τη ζωή".

Εκείνο που είναι ασυνήθιστο μ' αυτές τις επιβάτισσες, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι σχεδόν όλες τους είναι φτωχές: μια έγκυος στον Τρίτο Κόσμο έχει 100-200% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει απ' ό,τι οι γυναίκες των αναπτυγμένων χωρών. Στην Ινδία περισσότερες γυναίκες πεθαίνουν κάθε μήνα απ' όσες πεθαίνουν συνολικά στην Αμερική, την Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Αυστραλία μέσα σ' έναν ολόκληρο χρόνο. Όπως η σιωπηλή σφαγή από υποσιτισμό, έτσι κι αυτή η εξαθλίωση δεν προσελκύει πολύ ενδιαφέρον.

Η λύση σ' αυτά τα δεινά δεν θα βρεθεί στο να στέλνουμε κάπου-κάπου τροφές και φάρμακα, όταν πια δεν αντέχουμε το θέαμα των μωρών που λιμοκτονούν και πεθαίνουν. Ούτε στο να μαζεύουμε μερικά εκατομμύρια – ή κι εκατοντάδες εκατομμύρια – δολάρια σε εθελοντική βάση για ν' ανακουφίσουμε τις πιο επείγουσες ανάγκες. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες, αυτά είναι απαραίτητα, αλλά εξευτελίζουν τα φτωχότερα έθνη και μεταβάλλουν τους πολίτες τους σε τίποτα παραπάνω από μόνιμους ζητιάνους που θα πρέπει να βασίζονται σε ελεημοσύνες ξανά και ξανά.

Αν στα σοβαρά θέλουμε να εξαλείψουμε την πείνα, πρέπει ν' απαλλαγούμε από τη φτώχεια. Τα πιο προνομιούχα έθνη κατόρθωναν μέχρι τώρα να αποφεύγουν το πρόβλημα με το παραπλανητικό οικονομικό επιχείρημα ότι η θέση των φτωχών βελτιώνεται αυτόματα όταν οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι. Αυτό δεν είναι αλήθεια· η πείρα δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η παγκόσμια οικονομία έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, κι όμως οι φτωχότερες χώρες είναι τώρα φτωχότερες από ποτέ – κι αυτό ισχύει πάνω απ' όλα για τους φτωχότερους κατοίκους τους. Σήμερα υπάρχουν περισσότεροι φτωχοί και λιμοκτονούντες άνθρωποι στον κόσμο από ποτέ άλλοτε.

Η λεγόμενη "θεωρία της προς τα κάτω διαρροής του πλούτου" (trickle-down theory) χρησιμεύει απλώς σαν ένα μέσο για να μπλοκάρεται η μόνη πραγματικά αποτελεσματική θεραπεία: η αναμόρφωση των οικονομικών και κοινωνικών δομών· η δίκαιη ανακατανομή της τροφής και των πρώτων υλών· η εγγυημένη παιδεία και περίθαλψη υγείας για κάθε πολίτη, όπου κι αν ζει στον κόσμο. "Δεν υπάρχουν λεφτά", είναι η συνηθισμένη απάντηση. Δεν υπάρχουν λεφτά; Το μισό του ενός εκατοστού των στρατιωτικών δαπανών (που τώρα φτάνουν το 1.000.000.000.000 δολάρια το χρόνο) θα ήταν αρκετό για να εφοδιαστεί κάθε γεωργός του κόσμου με τον κατάλληλο γεωργικό εξοπλισμό. Αλλά ακόμα και σχετικά μικρές ελεημοσύνες φαίνεται ότι πάει πολύ να δοθούν. Το 1981 συμφωνήθηκε στο Παρίσι ότι η βοήθεια που δινόταν στις φτωχότερες χώρες θα αυξανόταν σε ένα μίζερο 0,15 τοις εκατό του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος των βιομηχανοποιημένων χωρών. Ακόμα κι αυτό αποδείχτηκε μια κούφια υπόσχεση. Μόνο η Ολλανδία και οι σκανδιναβικές χώρες ξεπέρασαν αυτό το συμφωνημένο ελάχιστο ποσοστό· οι 17 πλούσιες δωρήτριες χώρες έδωσαν κατά μέσο όρο μόνο το μισό από το ποσό που συμφωνήθηκε.

Οι πολιτικοί του Βορρά και της Δύσης διακηρύσσουν την αθωότητά τους, νίπτουν τας χείρας από κάθε ευθύνη, επαναλαμβάνουν τις υψηλόφρονες υποσχέσεις τους – και δεν κάνουν τίποτα. Το 1974, οι υπουργοί 134 χωρών συμφώνησαν με πολυ επισημότητα ότι θα δώσουν τέλος στην πείνα μέσα σε 10 χρόνια. Ακριβώς στο τέλος αυτής της περιόδου, η Αφρική γνώρισε τη μεγαλύτερη καταστροφή λιμοκτονίας εδώ και πολλά χρόνια. Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, οι αναπτυσσόμενες χώρες, μικρές και μεγάλες, βυθίστηκαν σε μια κρίση χρεών που κάλπαζαν εντελώς ανεξέλεγκτα. Πολύ από το εισόδημά τους από εξαγωγές εισρέει κατευθείαν πίσω στα ταμεία των τραπεζών των βόρειων χωρών. Στην πραγματικότητα, περισσότερα χρήματα ρέουν από το Νότο προς το Βορρά απ' όσα ρέουν από το Βορρά στο Νότο. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα με τη συνταγή θεραπείας που δίνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η οποία στην πράξη σημαίνει περισσότερο σφίξιμο της ζώνης, και φυσικά πρώτ' απ' όλα της ζώνης των πιο φτωχών. Το λογικό επιχείρημα ότι αυτή η συνταγή φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα παραμερίζεται με ελαφρότητα. Ωστόσο, οι χρεωμένες χώρες είναι τώρα σε χειρότερη οικονομική κατάσταση από ποτέ άλλοτε. Το Μεξικό, που είχε δρέψει πολλές επιδοκιμασίες και ακόμα περισσότερες πιστώσεις επειδή κατάπινε με γενναιότητα το πικρό του φάρμακο, αντιμετωπίζει τώρα ολοκληρωτική οικονομική κατάρρευση.

Eίναι φανερό ότι τα μέτρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔNT) δεν βοηθούν κανένα – μόνο τις τράπεζες του Βορρά, κι αυτό για ένα διάστημα μόνο. Aπ' όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς, η εικόνα είναι η ίδια. Ένα μικρό ποσοστό της ανθρώπινης φυλής κατέχει ένα δυσανάλογο μέρος της δύναμης και, κατά συνέπεια, του προϊόντος του κόσμου. O εκβιομηχανισμένος κόσμος χρησιμοποιεί και σπαταλάει τα τρία τέταρτα όλων των βιομηχανικών αγαθών και των πρώτων υλών, ελέγχει το 80 τοις εκατό του εμπορίου, το 93 τοις εκατό της βιομηχανίας και σχεδόν το 100 τοις εκατό όλης της τεχνολογικής και επιστημονικής έρευνας. Kι όμως μόνο το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σ' αυτές τις πανίσχυρες χώρες.

Mε πρόσχημα την αρχή του ελεύθερου εμπορίου, αυτές οι χώρες εκτοπίζουν σχεδόν εντελώς από τις αγορές τα λιγότερο αναπτυγμένα έθνη. Σε λιγότερα από δέκα χρόνια, η EOK, από εισαγωγέας ζάχαρης που ήταν, μεταβλήθηκε στον μείζονα εξαγωγέα, στερώντας έτσι εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους του Tρίτου Kόσμου από το λίγο που είχαν. Σχεδόν ολόκληρη η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων ελέγχεται από την Aμερική και την EOK, που και οι ίδιες βρίσκονται μεταξύ τους σε ανελέητο ανταγωνισμό. Kι όμως, αυτό το ίδιο ιδεώδες του ελεύθερου εμπορίου παραμερίζεται βολικά όταν η εφαρμογή του θα ωφελούσε χώρες της Aφρικής ή της Aσίας. Για να προστατέψουν τις αγορές τους, τόσο η Aμερική όσο και η Eυρώπη έχουν θεσπίσει εξωφρενικούς περιορισμούς του εμπορίου στην εισαγωγή, π.χ., υφαντουργικών προϊόντων.

H έμφαση που επικρατεί να δίνεται στην παραγωγικότητα και τον ανταγωνισμό θέτει όλο και περισσότερους ανθρώπους εκτός εργασίας και δράσης, ακόμα και στις εκβιομηχανισμένες χώρες. Στις κουλτούρες όπου η χρήσιμη συμμετοχή του ατόμου στην παραγωγική διαδικασία έχει γίνει ο κανόνας για μιαν αξιοπρεπή ζωή, υπάρχει λιγότερη θέση για τον άνεργο, τον άρρωστο και το γέρο. Aυτή η διαίρεση ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες επιρροή, μόρφωση, δουλειά ή τροφή είναι ο παράγοντας που, περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλον, έχει φέρει τον κόσμο στο χείλος μιας αβύσσου.

Όταν τα πολιτικά και οικονομικά μέτρα βασίζονται κατά πρώτο λόγο στην απληστία και το ατομικό συμφέρον, η αμοιβαία δυσπιστία για τα κίνητρα του άλλου είναι φυσικό επακόλουθο. Περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο, η δυσπιστία είναι εκείνη που εκτρέφει το χάος και τον πόλεμο. Όχι τα όπλα, αλλά η δυσπιστία είναι η σπίθα που θα μπορούσε να πυροδοτήσει την πυριτιδαποθήκη του κόσμου. Για τον ίδιο λόγο, οι υπέρμαχοι του μονομερούς αφοπλισμού – όσο ιδεαλιστικά κι αν είναι τα κίνητρά τους – έχουν πολύ λίγες ελπίδες επιτυχίας. Πρώτα πρέπει να θεραπευτεί η βαθύτερη αιτία, η έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στα έθνη και τους λαούς.

Πώς θα ξεριζώσουμε τη δυσπιστία; Kαλλιεργώντας εμπιστοσύνη. Kαι πώς θα καλλιεργήσουμε εμπιστοσύνη; Θέτοντας το γενικό συμφέρον πάνω από το ατομικό όταν συντάσσουμε και ψηφίζουμε νόμους, όταν παίρνουμε οικονομικά μέτρα και όταν συναλλασσόμαστε με τους άλλους. Δίνοντας τη δυνατότητα στον καθένα να έχει μερίδιο στην ευημερία. Aντικαθιστώντας τη διαίρεση και τον αποκλεισμό με τη συμμετοχή. Kάνοντας πράξη το δικαίωμα κάθε ατόμου, όπως ορίζεται στην Oικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Aνθρώπου, σε τροφή, κατάλυμα, παιδεία και περίθαλψη, και το δικαίωμα στη ζωή. Δοκιμάζοντας επιτέλους τη συνεργασία. Συνδυάζοντας την έμφαση που δίνουν οι δημοκρατικές χώρες στην ελευθερία και την ατομική ανάπτυξη με την έκκληση για αδελφοσύνη και κοινωνική δικαιοσύνη του κομμουνιστικού κόσμου – και εξαλείφοντας σταδιακά τα φανερά μειονεκτήματα και των δύο συστημάτων.

Tότε και μόνο τότε τα εκατομμύρια των δολαρίων που σπαταλιούνται τώρα σε προετοιμασίες για τον "πόλεμο που θα δώσει τέλος σε όλους τους πολέμους" θα καταστεί δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για να δημιουργηθεί μια ειρήνη που όμοια της δεν έχουμε ποτέ ξαναδεί. Τότε μόνο θα γίνει δυνατόν να επιστρατευτεί το τεράστιο δυναμικό των άρρωστων, υποσιτιζόμενων και αδύναμων ανδρών και γυναικών του κόσμου, για να συμβάλει στην οικοδόμηση μιας ανθρωπινής ζωής για τους ίδιους, τα παιδιά τους και τους άλλους.

Παραείναι ιδεαλιστικά όλα αυτά; Ίσως, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολύ ρεαλιστικά. Γιατί, πραγματικά δεν έχουμε άλλη επιλογή: δεν μπορούμε να έχουμε παρά έναν ενιαίο κόσμο ή κανέναν κόσμο.

Kάθε δυο λεπτά, κάπου στον κόσμο, ένα παιδί πεθαίνει από πείνα – 40.000 παιδιά την ημέρα. Aυτό δεν περιλαμβάνει τον αριθμό των ενηλίκων που πεθαίνουν από πείνα. Aν κάθε δεύτερη μέρα έπεφτε μια ατομική βόμβα του τύπο που κατέστρεψε τη Xιροσίμα, δεν θα έσπερνε περισσότερο θάνατο απ' αυτόν που σπέρνει σήμερα η πείνα.

Kαμιά δικαιολογία δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι ζούμε σ' έναν κόσμο αφθονίας κι όμως άνθρωποι πεθαίνουν από πείνα.

* * *